- ἐπιφαινομένης
- ἐπιφαίνωshow forthpres part mp fem gen sg (attic epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
επιφαινομενισμός — ο (ψυχολ. φιλοσ.) η θεωρία κατά την οποία η συνείδηση είναι επακόλουθο και συνοδεύει απλώς τα ψυχικά φαινόμενα, χωρίς να τά επηρεάζει καθόλου, αλλιώς θεωρία τής επιφαινόμενης συνειδήσεως ή επιφαινομενοκρατία ή επιφαινομενολογία … Dictionary of Greek
επιφαινομενοκρατία — η (ψυχολ. φιλοσ.) η θεωρία κατά την οποία η συνείδηση δεν αποτελεί συστατικό στοιχείο τών φαινομένων αλλά εμφανίζεται μετά τα φαινόμενα (επιφαινόμενη συνείδηση) και κάποτε απουσιάζει εντελώς, όπως συμβαίνει σε αντιδράσεις που δεν γίνονται… … Dictionary of Greek